Chronicon sive Maius (partim sub auctore Macario Melisseno)
υἱῷ Μεεμέτῃ τὴν πᾶσαν ἐξουσίαν καὶ βασιλείαν ἔδω σε, βασιλεύσας ἔτη τριάκοντα καὶ τέσσαρα.
πόσοι εἶναι αὐτοῦ ὑπερεθαύμασε καὶ κα ταγινώσκεταί μας· καὶ γὰρ ἐὰν εἰς τὸν αὐθέντην τὸν μακαρισμένον ἐκεῖνον, τοιοῦτον ἄνθρωπον, ἐθαύμαζον, πῶς εἶχεν ἐδὼ τόσους, καὶ ἐκατηγόρουν τὸν, ὅτι εἰς ξενιτείαν νὰ τρέφῃ τόσους μὲ ξένα δουκάτα καὶ ξένας ἐλπίδας, πόσον μᾶλλον τώρα, ὁποῦ ἦλ θον καὶ ἄλλοι πλειότεροι, παρὰ ὁποῦ ἦσαν ἐδώ, καταγινώσκονταί των καὶ κατηγοροῦ σί των, καὶ μάλιστα εἰς αὐθεντόπουλα, νέα καὶ ὀρφανά, ὁποῦ οὐδὲ ἀξίωμα, οὐδὲ ὄνο μα, οὐδὲ φήμην ἔχουσι· καὶ οὐ μόνον καταγινώσκονταί των, ἀμὴ οὐδὲ βούλονται νὰ ἐξοδιάζωσιν ἕνα τορνέσιν πλέον· καὶ ἄμποτες τὸ μᾶς ἔταξαν νὰ τὸ φυλάξωσι τελείως καὶ νὰ μηδὲν μεταβληθῶσιν, ὥσπερ ἐποίησαν καὶ ἄλλοτε. ∆ι' αὐτὸ εἶναι χρεία νὰ φροντίζῃ ἡ εὐγένειά σου μετὰ τοῦ ἄρχοντος τοῦ Κριτοπούλου τοῦ ἰατροῦ τοῦτο, ὁποῦ κατὰ τὸ παρὸν ἔχετε τὴν φροντίδα τῶν αὐθεντοπούλων. Ἐστ' ἀναστήσωμεν, τὶς νὰ τὰ διοικῇ, ἢ τὶς ἔναι ἀναγκαῖος νὰ κρατηθῇ. Καὶ μετὰ ταῦτα θέλουσι μερισθῆναι μετὰ βουλῆς ἐδικῆς μας εἰς ἐκείνους, ὁποῦ θέλουσιν ἀπομείνειν. Ἐμένα γοῦν προηγουμένως φαίνεταί με ὡς ἀναγκαιότατον ὁποῦ οὐδὲν ἠμπορεῖ νὰ λείψῃ, πρῶτον ὁ ἱατρός, δεύ τερον ὁ διδάσκαλος Ἕλλην, τρίτον ὁ διδάσκαλος Λατῖνος, τέταρτον δραγουμάνος· οὗτοι γοῦν εἰσὶν ἀναγκαιότατοι καὶ οὐδὲν ἠμπορεῖ νὰ λείψωσιν. Ἔτι δὲ καὶ εἷς ἢ δύο 558 παπάδες Λατῖνοι εἶναι ἀναγκαιότατοι διὰ νὰ ψάλλωσι λειτουργίαν Λατινικὴν συνεχῶς· ἔναι γὰρ χρεία νὰ ζῶσι τὰ παιδία Λατινικῶς, ὥσπερ ἐβούλετο καὶ ὁ μακαρισμένος ὁ πατήρ των. Καὶ οἱ ἄρχοντες, ὁποῦ θέλουσιν εἶσθαι μετ' ἐκείνους, ἔναι χρεία νὰ προσέχωνται εἰς τοῦτο, νὰ μηδὲν φεύγωσιν ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν διὰ τὸ μνημόσυνον τοῦ πάπα, ὡσὰν τὸ ἐποίησαν εἰς τὴν στράταν, ὁποῦ ἤρχεσθε, διότι, ἂν φεύγωσιν ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν, ἔναι χρεία νὰ φεύγωσι καὶ ἀπὸ τὴν Φραγκίαν· οὐδέ τινας γὰρ θέλει ἄνθρωπον, ὁποῦ τὸν ὀνομάζει ἄπιστον καὶ αἱρετικόν, καὶ ἀποστρέφεταί τον φανερά. Ἀφ' ὅτου γοῦν τοῦτοι οἱ ἀναγκαῖοι τοὺς εἴπαμεν, νὰ κατασταθῶσι καὶ στηθῇ τὸ μερ τικόν των, τότε θέλει εἶσθεν. Τοῦτο δὲ θέλω τὸ κυττάξειν ἐγὼ ἐδὼ καὶ θέλω τοὺς κα ταστήσειν, τότε θέλετε ἰδεῖν τὸ ὑπόλοιπον πόσον ἔναι καὶ πόσον ἀπομένει ἀπὸ τὰ ʹαςʹ φλωρία. Καὶ τότε ἡ εὐγένειά σας ὅλοι ἀντάμα θέλετε ἀποκαταστήσειν, τὶς νὰ ἀπομείνῃ καὶ τί νὰ ἔχῃ ὁ καθεὶς μετὰ βουλῆς ἡμετέρας. Ἐμένα οὖν φαίνεταί μου, ὅτι ὅσον εἶναι πλείονες καὶ ἐλαφρότεροι, ὁποῦ μέλλουν νὰ ἀρκεσθοῦν μὲ ὀλίγον ὁ κα θείς, εἶναι δὲ ἄλλως χρήσιμοι, τόσον θέλει εἶσθεν κάλλιον, διότι θέλουσιν ἔχειν τὰ παιδία πλείονα συντροφίαν καὶ πλείονα δουλοσύνην καὶ πλείονα τιμήν. Ὅμως τοῦτο θέλομεν τὸ σκέψεσθαι ἀντάμα καὶ θέλομεν ποιήσειν τὸ κάλλιον. Ἡ εὐγένειά σου εἶ ναι κατὰ τὸ παρὸν ὥσπερ διοικητὴς τῶν παιδίων μετὰ τοῦ Κριτοπούλου. Ἔναι γοῦν ἀνάγκη πρὸ πάντων νὰ φροντίσετε τὴν παίδευσίν των καὶ τὰ ἤθη των, νὰ γίνουν καλὰ καὶ πεπαιδευμένα, ἂν θέλετε νὰ ἔχουν τιμὴν ἐδῶ· εἰ δὲ μή, θέλουν τὰ καταφρονήσειν, καὶ αὐτὰ καὶ ἐσᾶς ἐδῶ, καὶ στραφεῖν θέλουν νὰ σᾶς ἰδοῦν. Μὲ τὸν μακαρίτην τὸν αὐθέντην τὸν πατέρα τους ἐσυντύχαμεν περὶ τούτου· καὶ ἐκεῖνος ἐβούλετο νὰ τὰ ἐν δύσῃ καὶ νὰ τὰ ποιήσῃ νὰ ζοῦν Φράγκικα παντελῶς, ἤγουν νὰ ἀκολουθοῦσι τὴν ἐκ κλησίαν κατὰ πάντα ὡσὰν καθεὶς Λατῖνος καὶ οὐχὶ ἀλλέως, νὰ ἐνδύνωνται Λατινι κῶς, νὰ μάθουν νὰ γονατίζουν τοὺς ὑπερέχοντας καὶ πάπαν καὶ καρδιναλίους καὶ τοὺς ἄλλους αὐθέντας, νὰ ἀποσκεπάζωνται τὸ κεφάλι τους, νὰ τιμῶσι τοὺς χαιρετοῦν τας αὐτούς· ὅταν ὑπάγουν νὰ ἰδοῦν καρδινάλιν ἢ ἄλλον ὅμοιον αὐθέντην, νὰ μηδὲν καθίσουν ποσῶς, ἀμὴ νὰ γονατίζουν καὶ ἀπ' ἐκεῖ, ὅταν τοὺς εἰπῇ ἐκεῖνος, νὰ σηκω θῶσιν. Ὁ δὲ μακαρίτης ἐκεῖνος ἔλεγεν, ὅτι καὶ πολλάκις αὐτοὺς τὸ εἴπωσι, νὰ μη δὲν καθίσωσιν. Αὐτὰ οὖν ὅλα ἐνθυμᾶσθέ τα νὰ τοὺς νουθετήσετε καὶ νὰ τοὺς παιδεύ σετε καλά. Ἔτι ποιήσετε, ὅτι τὸ βάδισμά τους νὰ ἔναι σεμνὸν καὶ τίμιον, ἡ ὁμιλία τους χρησιμωτάτη καὶ ἡ φωνή τους νὰ ἔναι μετρία καὶ ἠρεμία, τὸ βλέμμα τους προ σεκτικόν, νὰ μηδὲν χάσκωσιν ἐδῶθεν κἀκεῖθεν. Ἃς τιμοῦν πάντας,